- διαστημόπλοιο
- τοόχημα ελεγχόμενης πτήσης γύρω από τη γη ή στο διάστημα με ή χωρίς πλήρωμα.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
διαστημόπλοιο — το όχημα για τη μεταφορά ανθρώπων και συσκευών στο διάστημα: Το «Απόλλων» είναι το διασημότερο διαστημόπλοιο … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
αστροναυτική — Επιστήμη η οποία οφείλει την ανάπτυξή της στην προσπάθεια κατάκτησης του Διαστήματος. Η α. είναι το σύνολο των θεωρητικών ερευνών και των πρακτικών εφαρμογών σχετικά με την κίνηση οχημάτων στο Διάστημα, που ξεκινούν από τη Γη, προωθούνται με… … Dictionary of Greek
διαφυγής, ταχύτητα — (Αστρον.). Η ελάχιστη ταχύτητα που πρέπει να αποκτήσει ένα σώμα, ώστε, όταν εκτοξεύεται από την επιφάνεια ενός πλανήτη, να απομακρυνθεί από αυτόν χωρίς η δύναμη της βαρύτητας του πλανήτη να μπορεί να το συγκρατήσει και να το επαναφέρει στην… … Dictionary of Greek
Μάρινερ — (Mariner). Ονομασία αμερικανικών διαστημοπλοίων, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν για την εξερεύνηση των εγγύτερων προς τη Γη πλανητών του ηλιακού συστήματος (Ερμή, Αφροδίτης και Άρη). Ειδικότερα, το Μ. 1 εκτοξεύθηκε στις 22 Ιουλίου 1962 με αποστολή να… … Dictionary of Greek
ευθυγράμμιση πλανητών — (Αστρον.). Η διάταξη, προσεγγιστικά, σε ευθεία γραμμή των εξωτερικών πλανητών από τον Δία έως τον Ποσειδώνα που παρατηρείται περίπου κάθε 178 χρόνια. Η διάταξη αυτή των πλανητών μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να κατευθυνθούν διαστημικά οχήματα από… … Dictionary of Greek
Sifu VERSUS — Infobox musical artist 2 Name = Sifu VERSUS Background = solo singer Alias = Bobby Dega Birth name = Nikolaos Domvros Born = Birth date and age|1980|1|29 Origin = flagicon|Greece Thessaloniki, Greece Genre = Hip hop Years active = 1996–present… … Wikipedia
έρως — I Αρχαιοελληνική θεότητα. Γεννήθηκε από το Χάος και τη Γαία, όπως αναφέρει ο Ησίοδος στη Θεογονία του, ή κατ’ άλλους από τον Τάρταρο και τη Νύκτα. Τον θεωρούσαν τον ωραιότερο μεταξύ των αθάνατων θεών και τον φαντάζονταν ως παιδάκι (τον παρίσταναν … Dictionary of Greek
κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… … Dictionary of Greek
φωτογραφία — Φυσικοχημική μέθοδος με την οποία αποτυπώνονται μόνιμα οι εικόνες πραγματικών αντικειμένων, καθώς αυτές σχηματίζονται ως είδωλα σε ένα σκοτεινό θάλαμο. Οι εικόνες που λαμβάνονται μπορεί να είναι ασπρόμαυρες ή έγχρωμες. Σχηματικά μπορούμε να… … Dictionary of Greek
ηλιακό σύστημα — Ο Ήλιος και το σύνολο των ουράνιων σωμάτων, πλανητών, δορυφόρων, αστεροειδών, κομητών και μετεωριτών/μετεώρων που περιφέρονται γύρω από αυτόν σύμφωνα με τους νόμους της παγκόσμιας έλξης και τους νόμους του Κέπλερ. Μετά τις πρόσφατες όμως… … Dictionary of Greek